Στο μέσον της διετίας. Η εκλογική επιρροή των πολιτικών δυνάμεων, 24 μήνες μετά τις Βουλευτικές εκλογές του 2004

Ανάλυση του

ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ

Με βάση την κυριαρχούσα πολιτική ατζέντα, την εικόνα των δύο κομμάτων διακυβέρνησης και των δύο πολιτικών αρχηγών, καθώς επίσης και την πρόθεση ψήφου του εκλογικού σώματος, η μετεκλογική διετία μπορεί, σχηματικά, να διαιρεθεί σε τρεις υποπεριόδους: 1) Μάρτιος – Δεκέμβριος 2004, 2) Ιανουάριος – Απρίλιος 2005, 3) Μάιος 2005 – Μάρτιος 2006.

Από την περιοδολόγηση της τελευταίας διετίας, που ακολουθεί, προκύπτουν πέντε βασικά συμπεράσματα:

1. Δύο χρόνια μετά τις εκλογές, διαπιστώνεται σαφέστατη και αδιαμφισβήτητη εκλογική φθορά της ΝΔ, καθώς και σημαντικότερη επιδείνωση της κυβερνητικής της δημοτικότητας.

2. Δεν υπάρχει όμως εξισορρόπηση της εκλογικής επιρροής των δύο κομμάτων, όπως ισχυρίζονται οι προπαγανδιστικοί μηχανισμοί. Στο μέσον της τετραετίας, το προβάδισμα της ΝΔ διατηρείται. Αυτονόητα, το γεγονός αυτό δεν προδιαγράφει το μέλλον, ούτε εξασφαλίζει στο κυβερνών κόμμα εκ των προτέρων οποιαδήποτε εκλογική νίκη.

3. Το ΠΑΣΟΚ, ενώ ξεπέρασε το αρχικό σοκ της εκλογικής ήττας δεν έχει καταφέρει -μέχρι στιγμής- να οικοδομήσει την εναλλακτική του λύση διακυβέρνησης. Η εικόνα της κυβερνητικής του ικανότητας παραμένει καθηλωμένη.

4. Δεν κλείνει η «ψαλίδα των προσώπων». Αντιθέτως διατηρείται, κυρίως λόγω της ηγετικής αδυναμίας του αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Ωστόσο, σε αυτήν την παράμετρο του κομματικού ανταγωνισμού δεν πρέπει να αποδοθεί μεγάλη σημασία, διότι δεν είναι η σημαντικότερη. Το ίδιο ίσχυε επί Σημίτη, το ίδιο ισχύει και επί Καραμανλή. Ο δείκτης του καταλληλότερου πρωθυπουργού είναι εξαιρετικά χρήσιμος, πλην όμως ουδέποτε υπήρξε σημαντικότερος από την πρόθεση ψήφου, και ούτε μπορεί να αντισταθμίσει τη δεύτερη.

5. Η φθορά της ΝΔ και η αδυναμία του ΠΑΣΟΚ, έχουν ως αποτέλεσμα, μια περιορισμένη διάβρωση του δικομματισμού (διάγραμμα 7). Αυτό συνιστά και τη μεγαλύτερη -αν και όχι και τόσο θεαματική- μεταβολή του πολιτικού σκηνικού στη μέση της τετραετίας. Προς το παρόν, από τη φθορά της ΝΔ ευνοείται ο ΛΑΟΣ και από την αδυναμία του ΠΑΣΟΚ, η αριστερά, περισσότερο το ΚΚΕ και με διακυμάνσεις ο ΣΥΝ.

Σε οκτώ μήνες από σήμερα, το (πραγματικό) εκλογικό αποτέλεσμα των Νομαρχιακών και Δημοτικών εκλογών, θα επιτρέψει μια αμερόληπτη εκτίμηση για τον υφιστάμενο συσχετισμό των πολιτικών δυνάμεων. Μέχρι τότε ψυχραιμία…

Στην ανάλυση που ακολουθεί, για την αποτίμηση της πολιτικής συγκυρίας, χρησιμοποιούνται, οι εξής βασικοί δείκτες: α) λειτουργία της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης (διάγραμμα 1), β) πρωθυπουργική ικανότητα (διάγραμμα 2), γ) παράσταση νίκης (διάγραμμα 3) και, δ) εκτίμηση της εκλογικής επιρροής των κομμάτων, που προκύπτει από τη στατιστική ανάλυση της χρονοσειράς πρόθεσης ψήφου (διαγράμματα 4 7). Τα εμπειρικά δεδομένα προέρχονται από 39 πανελλαδικές τηλεφωνικές δημοσκοπήσεις, που πραγματοποίησε η VPRC, τη διετία 2004-2006.

Α) Μάρτιος – Δεκέμβριος 2004: Από τις Βουλευτικές του Μαρτίου στον «πόλεμο κατά της διαπλοκής»

Είναι κοινά αποδεκτό, ότι οι βουλευτικές εκλογές του 2004 αποτέλεσαν τομή για το γενικό πολιτικό κλίμα, τη δημοτικότητα της κυβέρνησης (διάγραμμα 1) και την εικόνα του σημερινού πρωθυπουργού (διάγραμμα 2). Η περίοδος από τις Βουλευτικές εκλογές του Μαρτίου, έως το Νοέμβριο του 2004, διήρκεσε 9 μήνες και αποτέλεσε -όπως αποδείχθηκε- μια πρωτοφανή περίοδο χάριτος. Κατά τη διάρκειά της, υπήρξε περαιτέρω ενίσχυση της νέας κυβέρνησης και περαιτέρω αποδυνάμωση του ΠΑΣΟΚ, που υπέστη το σοκ της ήττας και της απομάκρυνσης από την εξουσία (διαγράμματα 4 & 5).

Αμέσως μετά τις Βουλευτικές εκλογές (Απρίλιος 2004), η ΝΔ, που στο επίπεδο της κυβερνητικής ικανότητας είχε ήδη προεκλογικά υπερκεράσει το ΠΑΣΟΚ, ενίσχυσε κατακόρυφα (+ 12%) την κυβερνητική της δημοτικότητα και διεύρυνε εντυπωσιακά την απόστασή της από αυτό (43%, έναντι 21%). Αντίστοιχη επίδραση άσκησαν οι εκλογές και στην εικόνα των δύο πολιτικών αρχηγών: με αφετηρία την προεκλογική εκστρατεία, θα παγιωθεί, μετεκλογικά, στο δείκτη πρωθυπουργικής ικανότητας ένα εμφανές προβάδισμα του σημερινού πρωθυπουργού, το οποίο, όπως αποδεικνύεται από τη σχετική χρονοσειρά, παραμένει μέχρι και σήμερα. Καθ’ όλη τη διάρκεια της τελευταίας διετίας, το μερίδιο του Κ.Καραμανλή στο σχετικό δείκτη, θα κυμανθεί μεταξύ 46%-53%. Κάτω από αυτά τα ποσοστά (43%) θα πέσει μόνον μια φορά, το Φεβρουάριο του 2006, στην πρόσφατη συγκυρία της υπόθεσης των υποκλοπών, για να επανακάμψει εν συνεχεία. Αντιθέτως, η πρωθυπουργική εικόνα του Γ.Παπανδρέου, μετά τη ραγδαία φθορά που υπέστη και την αποδόμησή της, κατά την προεκλογική περίοδο, δεν κατάφερε μετεκλογικά, μέχρι σήμερα, να υπερβεί το 30% και να απειλήσει σοβαρά εκείνη του αντιπάλου του. Τέλος, την ασφυκτική πολιτική ηγεμονία της ΝΔ επί του ΠΑΣΟΚ, στο αμέσως μετεκλογικό σκηνικό, πιστοποιούσε και η διεύρυνση της διαφοράς κατά 10%, σε μια κρίσιμη παράμετρο του κομματικού ανταγωνισμού, την παράσταση νίκης (68%, έναντι μόλις 11% του ΠΑΣΟΚ, διάγραμμα 3).

Λόγω της δυναμικής που πυροδοτήθηκε από την εναλλαγή στη διακυβέρνηση, η εκλογική επιρροή της ΝΔ προσέγγισε στην πρώτη μετεκλογική μέτρηση (Απρίλιος 2004) το 47,5% (+2% από τις εκλογές), ενώ το ΠΑΣΟΚ υποχώρησε στο 36% (-4.5%, σε σχέση με τις εκλογές). Με βάση την ίδια στατιστική εκτίμηση, η «ψαλίδα» πρώτου/δεύτερου κόμματος πρέπει να διευρύνθηκε από το 4,8%, που κατέγραψε το εκλογικό αποτέλεσμα, στο 11,5%, το μεγαλύτερο ποσοστό που θα καταγραφεί κατά το μετεκλογικό διάστημα των 24 μηνών που έχουμε διανύσει (διάγραμμα 6). Θα πρέπει να σημειωθεί, ότι η αυθόρμητη μετεκλογική δυσαρέσκεια, που εκδηλώθηκε μεταξύ των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ κατευθύνθηκε τόσο προς τη ΝΔ (μετεκλογικό σύνδρομο του νικητή και μεταστροφή προς τη νέα εξουσία), όσο και προς την Αριστερά (ΚΚΕ και ΣΥΝ, διάγραμμα 5).

Υπό αυτές τις συνθήκες, οι Ευρωεκλογές (Ιούνιος 2004) αποτέλεσαν, απλώς, το «δεύτερο γύρο» των Βουλευτικών εκλογών, επισφραγίζοντας την εκλογική νίκη της ΝΔ και την ιστορική ήττα του ΠΑΣΟΚ.

Ολυμπιακή ευφορία και «επίδραση συσπείρωσης».

Η περίοδος που ακολούθησε τις Ευρωεκλογές (Ιούνιος – Οκτώβριος 2004), υπήρξε και αυτή περίοδος περαιτέρω ενίσχυσης της ΝΔ, λόγω της έκτακτης και ανεπανάληπτης κοινωνικής ευφορίας που προκάλεσε η τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων. Το γεγονός αυτό, προκάλεσε μια ιδιότυπη «επίδραση συσπείρωσης» (rally-effect) γύρω από την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό. Δεν είναι επομένως τυχαίο, ότι η παράσταση νίκης για τη ΝΔ καταγράφηκε τον Ιούνιο στο 76%, δηλαδή σχεδόν 20 εκατοστιαίες μονάδες πάνω από την αντίστοιχη προεκλογική, έναντι μόλις 5%, υπέρ του ΠΑΣΟΚ. Ούτε βεβαίως, ότι κατά το τρίμηνο Οκτωβρίου-Νοεμβρίου του 2004, στην πραγματική απαρχή, του νέου πολιτικού κύκλου, η εκλογική επιρροή της ΝΔ είχε προσεγγίσει το 48%, ενώ η αντίστοιχη του ΠΑΣΟΚ είχε συρρικνωθεί στο 36,5%. Παράλληλα, η απόσταση πρώτου/δεύτερου κόμματος είχε εκτοξευτεί στις 11,5 μονάδες.

Οκτώβριος – Δεκέμβριος 2004: Ο «πόλεμος κατά της διαπλοκής».

Το τελευταίο τρίμηνο του 2004, αποτέλεσε ουσιαστικά την απαρχή του νέου κύκλου της Διακυβέρνησης. Με την κήρυξη του «πολέμου κατά της διαπλοκής», η ΝΔ θα διατηρήσει την πρωτοβουλία των κινήσεων και τον έλεγχο της πολιτικής ατζέντας. Οι βασικές πολιτικές επιλογές της Κυβέρνησης σε αυτήν την περίοδο για τη διαφάνεια, την καταπολέμηση της διαπλοκής και της διαφθοράς: «απογραφή», σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής για τους εξοπλισμούς, «βασικός μέτοχος», ανεξάρτητα από την ατυχή πολιτική τους έκβαση, συγκέντρωσαν, αρχικά, σημαντικά ποσοστά κοινωνικής υποστήριξης, της τάξης του 60-65%. Επιπλέον, η επιτυχής επιλογή του νέου Προέδρου της Δημοκρατίας (12.12.04), συγκέντρωσε επίσης υψηλά ποσοστά αποδοχής (70-75%), ενίσχυσε περαιτέρω την κυριαρχία του πρωθυπουργού στην πολιτική σκηνή. Η εικόνα του Κ.Καραμανλή θα βρεθεί στο απόγειό της, προσεγγίζοντας στο δείκτη καταλληλότητας (Νοέμβριος 2004) και πάλι το άνω όριο ολόκληρης της περιόδου 53%, έναντι μόλις 25% του Γ.Παπανδρέου.

 Β) Ιανουάριος – Απρίλιος 2005: Επιστροφή στην «ομαλότητα» της κοινωνικής δυσαρέσκειας

Η δεύτερη περίοδος διήρκεσε 4 μήνες. Από τον Ιανουάριο του 2005, η περίοδος χάριτος τερματίστηκε, το γενικό πολιτικό κλίμα επιβαρύνθηκε σημαντικά και επέστρεψε σταδιακά στην «ομαλότητα». Δηλαδή στη γενικευμένη κοινωνική ανασφάλεια και δυσαρέσκεια απο τη διακυβέρνηση, που αποτελεί τις τελευταίες δύο δεκαετίες, τον κανόνα για τα κόμματα εξουσίας. Πρωταρχικό ρόλο σε αυτή την αλλαγή διαδραματίζει η διαδικασία της «κάθαρσης» στη Δικαιοσύνη και εν συνεχεία η εκδήλωση της ανοικτής κρίσης στην Εκκλησία, που καθίσταται για ένα διάστημα ανεξέλεγκτη. Επιπλέον, στην επιβάρυνση του γενικού πολιτικού κλίματος συνέτεινε η όξυνση της αντιπαράθεση κυβέρνησης – αντιπολίτευσης (με απαρχή την ψήφιση του νομοσχεδίου για το Βασικό Μέτοχο (20.1.05), η αντιπαράθεση κυβέρνησης – Ευρωπαϊκής Επιτροπής (21.3.05), η εξαγγελία της νέας οικονομικής πολιτικής (29.3.05), οι αγροτικές κινητοποιήσεις των βαμβακοπαραγωγών, με τους αποκλεισμούς των εθνικών οδών, κ.α. Η μεταβολή της συγκυρίας αποτυπώνεται ευκρινώς σε όλους τους σχετικούς δείκτες. Η κυβερνητική δημοτικότητα κάμπτεται σημαντικά (30%), ενώ σημαντικές απώλειες σημειώνονται και για τον Κ.Καραμανλή (45%).

Αυτήν την περίοδο, οι τάσεις του εκλογικού σώματος χαρακτηρίσθηκαν: 1) από τη σημαντική φθορά της ΝΔ, 2) τη σχετική ανασύνταξη του ΠΑΣΟΚ και 3) από την ενίσχυση του Συνασπισμού. Συνολικά, μέσα σε 6 μήνες, η εκλογική επιρροή της ΝΔ υποχώρησε, από το 48% στο 43,5%, σημειώνοντας, συνολικά, απώλειες 4,5%. Τον Μάρτιο του 2005, ακριβώς έναν χρόνο μετά τις εκλογές, τα μετεκλογικά της κέρδη εξανεμίσθηκαν. Βρέθηκε κάτω από το εκλογικό της ποσοστό, αν και η απόστασή της από το ΠΑΣΟΚ διατηρήθηκε σε υψηλά επίπεδα, της τάξης των 4,5 εκατοστιαίων μονάδων.

Παράλληλα, από το φθινόπωρο του 2004 και με μοχλό τις διαδικασίες του Συνεδρίου του είχε αρχίσει και η σταδιακή επανασυσπείρωση του ΠΑΣΟΚ. Το Φεβρουάριο του 2005 η εκλογική του επιρροή επανήλθε στα επίπεδα των Βουλευτικών εκλογών, 40%. Ωστόσο, το κομματικό Συνέδριο (3-6.3.05) δεν φαίνεται να είχε ευρύτερες ευεργετικές επιπτώσεις για την εικόνα και την κοινωνική απήχηση του κόμματος. Τόσο η κυβερνητική ικανότητα του ΠΑΣΟΚ, όσο και η πρωθυπουργική του Γ.Παπανδρέου, υπολείπονταν της εκλογικής του απήχησης και παρέμειναν απελπιστικά καθηλωμένες, αδυνατώντας να υπερβούν τα κρίσιμα όρια του 20% και 30%, αντιστοίχως. Σε αυτό το κλίμα, η εκλογική του επιρροή, σαφώς καλύτερη από τους υπόλοιπους δείκτες κομματικής δυναμικής, έδειξε επίσης να καθηλώνεται, σημειώνοντας μάλιστα στη μέτρηση του Απριλίου 2005 και ελαφρά κάμψη, 39,5%. Φαίνεται ότι το ΠΑΣΟΚ δεν κατάφερε να υπερβεί ποτέ αυτό το όριο, κατά τη διάρκεια των τελευταίων 12 μηνών. Η καθήλωση του ΠΑΣΟΚ, σε αυτήν τη φάση, δεν είναι άσχετη και με την ενίσχυση του Συνασπισμού. Η αλλαγή ηγεσίας που συντελέσθηκε στο 4ο Συνέδριο του κόμματος (9-12.12.04), θα αποτελέσει αφετηρία νέας ανοδικής πορείας της εκλογικής του επιρροής, ύστερα από την καθίζηση των Ευρωεκλογών. Επιπλέον, αυτή η τάση συνιστούσε, ταυτοχρόνως, και ανακατάταξη επιρροής στο εσωτερικό της Αριστεράς, σε βάρος του ΚΚΕ (διάγραμμα 5).

Γ) Μάιος 2005 – Μάρτιος 2006: Περίοδος σταθεροποίησης του εκλογικού συσχετισμού με διακυμάνσεις.

Η τρίτη περίοδος της μετεκλογικής διετίας καλύπτει το διάστημα των τελευταίων 11 μηνών. Σε αυτήν την περίοδο, η πολιτική ατζέντα μετατοπίζεται. Μέχρι το καλοκαίρι του 2005, η συγκυρία θα επικαθορισθεί κυρίως από δύο σημαντικά ζητήματα: α) Τις αλλαγές στο Δημόσιο Τομέα και τις εργασιακές σχέσεις, που προωθεί η κυβέρνηση, οι οποίες θα προκαλέσουν ένα περιορισμένο κύμα απεργιακών κινητοποιήσεων και β) Την απόρριψη του Ευρωσυντάγματος στο γαλλικό (29.5.05), αλλά και στο ολλανδικό δημοψήφισμα (1.6.05), που θα επηρεάσει καταλυτικά την ελληνική κοινή γνώμη. Και τα δύο αυτά ζητήματα δίχασαν πολιτικά, ιδεολογικά και κοινωνικά το ΠΑΣΟΚ. Η συνοχή του αποδυναμώθηκε σοβαρά, στο βαθμό που ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνικής του βάσης φάνηκε, αφενός, να αποδέχεται τις προωθούμενες κυβερνητικές μεταρρυθμίσεις, και αφετέρου να απορρίπτει το Ευρωσύνταγμα.

Σε αυτήν την περίοδο, η κυβερνητική δημοτικότητα θα συνεχίσει την πτωτική της πορεία, αν και με βραδύτερους ρυθμούς. Το ίδιο, όμως, θα συμβεί και με την δημοτικότητα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Στην τελευταία μέτρηση του Μαρτίου 2006, η διαφορά μεταξύ των δύο παραμένει 10% (27%, έναντι 17%). Από την άλλη πλευρά, ούτε οι σχετικές απώλειες του Κ.Καραμανλή θα τροποποιήσουν θεαματικά το συσχετισμό ισχύος, μεταξύ των δύο πολιτικών αρχηγών. Η διαφορά μεταξύ τους, παραμένει στην πρόσφατη μέτρηση 21%, εις βάρος του Γ.Παπανδρέου (48%, έναντι 27%).

Μετά το Πάσχα του 2005, η πτωτική πορεία της εκλογικής επιρροής της ΝΔ επιβραδύνθηκε. Το Μάιο, έδειξε να σταθεροποιείται στο 43,5%, ενώ, η απόστασή της από το ΠΑΣΟΚ, λόγω της σχετικής υποχώρησης του, διευρύνθηκε σε 4,5% και μετά το γαλλικό δημοψήφισμα, τον Ιούνιο του 2005, σε 5,5%. Σε αυτήν τη φάση, από τις απώλειες του ΠΑΣΟΚ, τόσο τις κοινωνικές (στο χώρο των μισθωτών του Δημοσίου Τομέα), όσο και τις ιδεολογικές (απόρριψη του Ευρωσυντάγματος) ωφελήθηκε κυρίως ο Συνασπισμός, μέχρι τον Οκτώβριο. Από το φθινόπωρο του 2005 μέχρι σήμερα, μια σειρά πολιτικά γεγονότα της επικαιρότητας, επέδρασαν αρνητικά, ή θετικά στο πολιτικό κλίμα και αιτιολογούν τις διακυμάνσεις, που καταγράφονται στους σχετικούς δείκτες. Δεν φαίνεται, όμως, να προκάλεσαν ευρύτερης κλίμακας ανατροπές. Πρόσφατα, η υπόθεση των υποκλοπών (2.2.06) θα πλήξει σημαντικά την εικόνα της Κυβέρνησης και του Πρωθυπουργού, ενώ η εκλογική επιρροή της ΝΔ θα βρεθεί στο κατώτατο σημείο της μετεκλογικής περιόδου (41.5%). Οι απώλειες αυτές, αντισταθμίστηκαν από τον πολυσυζητημένο ανασχηματισμό (14.2.06), αν και έτσι εξαντλήθηκε σε μεγάλο βαθμό και η δυναμική του.

Οι τάσεις του εκλογικού σώματος σε ολόκληρο το Β’ εξάμηνο του 2005 και μέχρι σήμερα, μπορούν να συνοψισθούν ως ακολούθως:

α) η εκλογική επιρροή της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ μεταβλήθηκαν ελάχιστα, με απώλειες και κέρδη αντιστοίχως, περίπου της μιας μονάδας.

β) Η εκλογική επιρροή του ΚΚΕ έδειξε να σταθεροποιείται από το φθινόπωρο στο 8% (2 μονάδες πάνω από το εκλογικό του ποσοστό).

γ) Από τον Οκτώβριο διαμορφώθηκε εκλογικό ρεύμα υπέρ του ΛΑΟΣ, με αποτέλεσμα η επιρροή του να αυξηθεί από 3% σε 5%, και το ίδιο να περάσει (τον Ιανουάριο) στην 4η θέση κατάταξης των κομμάτων. Ωστόσο, λόγω της αντισυσπείρωσης που προκάλεσε, στην τελευταία μέτρηση εμφάνισε κάμψη.

δ) Αντιθέτως προς τα δύο κόμματα των «άκρων» του πολιτικού φάσματος, ο Συνασπισμός θα εμφανίσει, από τον περασμένο Οκτώβριο, κάμψη, παραμένοντας, ωστόσο, ελαφρώς πάνω από το εκλογικό του ποσοστό.

Τα διαγράμματα του άρθρου:

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (12/03/2006) με τίτλο: “Σταθερά πρώτη η ΝΔ, στάσιμο το ΠΑΣΟΚ”