Πως θα διαμορφωθεί ο νέος εκλογικός χάρτης της χώρας

Ανάλυση των

ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ και ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΥΜΕΩΝΙΔΗ

Από την ιστορική παρατήρηση της κομματικής επιρροής κατά ελάσσονα εκλογική περιφέρεια, στις τρεις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις (1993, 1996, 2000), προκύπτει το συμπέρασμα ότι, κατά κανόνα, ανάμεσα στο εθνικό ποσοστό κάθε κόμματος (το ποσοστό στο σύνολο της επικράτειας) και τα ποσοστά που λαμβάνει κατά περιφέρεια, υφίσταται μια συστηματική σχέση. Επομένως, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, με βάση το αναμενόμενο εθνικό ποσοστό κάθε κόμματος είναι δυνατόν να προβλεφθεί, τόσο ο νικητής στις 56 εκλογικές περιφέρειες της χώρας, όσο και η αναμενόμενη εκλογική επιρροή των κομμάτων κατά περιφέρεια.

Περισσότερα...

Εκλογές της 7ης Μαρτίου 2004: Τα σενάρια των εδρών

Ανάλυση των

ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ και ΓΙΩΡΓΟΥ ΣΥΜΕΩΝΙΔΗ*

Κατά βάση τρεις παράγοντες θα προσδιορίσουν την κατανομή των εδρών, που θα προέλθει από το εκλογικό αποτέλεσμα της 7ης Μαρτίου. Πρώτον, το αθροιστικό ποσοστό των δύο κομμάτων της διακυβέρνησης (το ποσοστό του δικομματισμού), δεύτερον, η μεταξύ τους διαφορά («η ψαλίδα» πρώτου/δεύτερου κόμματος) και τρίτον, ο αριθμός των κομμάτων που θα υπερβούν το εκλογικό κατώφλι του 3%. Τα 60 σημαντικότερα σενάρια εκλογικών συσχετισμών και τα αντίστοιχα αποτελέσματά τους σε έδρες, που προκύπτουν από το συνδυσμό των τριών παραγόντων αποτυπώνονται στους σχετικούς πίνακες.

Περισσότερα...

Κομματικό σύστημα και εκλογικός ανταγωνισμός στην Ελλάδα. Ο ελληνικός δικομματισμός στη δεκαετία 1994-2004

Οι εκλογικές αναμετρήσεις της τρέχουσας δεκαετίας στην Ελλάδα, δηλαδή οι εθνικές Βουλευτικές εκλογές του 2000 και του 2004, αλλά και οι ενδιάμεσες Νομαρχιακές του 2002 που παρεμβλήθηκαν, επανέφεραν, την εκλογική επιρροή του ελληνικού δικομματισμού στα, ιστορικά, ανώτατα παρατηρηθέντα επίπεδα της δεκαετίας του ’80: εκείνα των πολωμένων εκλογών του 1985 (86,66%) και του Νοεμβρίου 1989 (86,86%). Ταυτοχρόνως, το αποτέλεσμα των Βουλευτικών εκλογών της 9ης Απριλίου του 2000 (86,5%), των Νομαρχιακών της 13ης Οκτωβρίου 2002 (86,3%), και των πρόσφατων Βουλευτικών της 7ης Μαρτίου 2004 (85,98%) καταγράφεται ως το υψηλότερο ποσοστό κοινωνικής υποστήριξής του, που έχει παρατηρηθεί τα τελευταία χρόνια, όχι μόνο μεταξύ των κρατών-μελών της Ε.Ε., αλλά ακόμη και σε σύγκριση με τον αγγλοσαξωνικό χώρο, όπου η παράδοσή του υπήρξε ισχυρότερη. Με την εξαίρεση της Ελλάδας και της Ισπανίας, σε είκοσι εκλογικές αναμετρήσεις της τελευταίας τετραετίας 2000-2004 στις χώρες τις Ε.Ε., την Ελβετία, την Ιαπωνία και σε τρείς αγγλοσαξωνικές, εκτός των ΗΠΑ, τα δυο μεγάλα κόμματα διακυβέρνησης σε καμία περίπτωση δεν υπερεβησαν αθροιστικά το 80%, ενώ σε δώδεκα δεν ξεπέρασαν καν το 70%. Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, το σχετικό ποσοστό στην Ελλάδα απέχει σημαντικά από τα υψηλότερα που έχουν καταγραφεί στην Ισπανία (80,2%-3/2004), στην Αυστρία (79,2%-24/11/2002), στην Πορτογαλία(77,9%-3/2002), στη Γερμανία (77%-9/2002), στη Μεγάλη Βρετανία (72,4%-6/2001), στην Ιαπωνία (72,3%-11/2003), αλλά ακόμη και στην Αυστραλία (74,6%-11/2001) ή στη Ν.Ζηλανδία (62,5%-7/2002). Για να θυμηθούμε μια παλιά διάκριση που εισήγαγε ο Jean Blondel το 1968, το ποσοστό αυτό παραπέμπει σε “τέλειο” δικομματισμό, αγγλοσαξωνικού τύπου και μάλιστα της πρώιμης μεταπολεμικής περιόδου 1945-66 (Blondel 1968, 1990. Επίσης, Schwartzenberg 1984).

Περισσότερα...