Βαρόμετρο, Απρίλιος 2008: Επιβραδύνεται η κάμψη του δικομματισμού

Ανάλυση του

ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ

Σύμφωνα με το μηνιαίο Βαρόμετρο Απριλίου της Public Issue, για τον ΣΚΑΪ και την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, ο ρυθμός κάμψης της επιρροής των δύο μεγάλων κομμάτων επιβραδύνεται. Αυτό το γεγονός αποτελεί μια πρώτη ένδειξη, ότι η πολιτική σκηνή εισέρχεται ενδεχομένως σε φάση σταθεροποίησης των νέων πολιτικών συσχετισμών, που προέκυψαν ύστερα από τις ραγδαίες εξελίξεις του τελευταίου εξαμήνου (διαγράμματα 1 & 2). Σε καμία περίπτωση, όμως, αυτό το γεγονός δεν μπορεί να εκληφθεί ως «ανάκαμψη του δικομματισμού». Αντιθέτως, το ποσοστό της δικομματικής επιρροής που εκτιμάται σήμερα (67,5%), αποτελεί -για 5ο συνεχόμενο μήνα- νέο χαμηλότερο ρεκόρ τετραετίας και δεν αντισταθμίζει ουδόλως τις απώλειές της (των 12,5 μονάδων), που έχουν καταγραφεί μετεκλογικά. Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να τονιστεί, ότι λόγω του πρωτοφανούς μεγέθους των συντελούμενων μετατοπίσεων του εκλογικού σώματος και της ιδιαίτερης ρευστότητας, που εξακολουθεί να καταγράφεται στις έρευνες κοινής γνώμης, σαφέστερη εκτίμηση, σχετικά με το «δομικό», ή μη χαρακτήρα, αλλά και το εύρος των συντελούμενων αλλαγών δεν μπορεί να υπάρξει ακόμη. Ως ένα βαθμό, η καταγραφόμενη επιβράδυνση της πτώσης του δικομματισμού, οφείλεται και στην «επίδραση συσπείρωσης», που σημειώθηκε λόγω του ελληνικού βέτο στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ. Τάση, που -συγκυριακά- ωφέλησε πρωτευόντως τον Πρωθυπουργό (διάγραμμα 3) και την Κυβέρνηση, αλλά δευτερευόντως και τον Αρχηγό της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, λόγω της συναινετικής στάσης που τήρησε.
Ταυτοχρόνως, η παράλληλη εκλογική καθίζηση των δύο κομματικών πόλων, της τάξης της 0,5 εκατοστιαίας μονάδας, αντιστοίχως, έχει ως αποτέλεσμα να διατηρείται η διαφορά μεταξύ των δύο (η «ψαλίδα») στις 6,5 μονάδες υπέρ της Νέας Δημοκρατίας. Η διαφορά αυτή, αν και, λόγω της αποδιάρθρωσης της κοινωνικής επιρροής του ΠΑΣΟΚ, εμφανίζεται διευρυμένη, σε σύγκριση με τις πρόσφατες εκλογές (4%), εντούτοις, δεν εξασφαλίζει σήμερα την κοινοβουλευτική αυτοδυναμία στο πρώτο κόμμα. Η εκτιμώμενη εκλογική επιρροή της ΝΔ (37%), με βάση τον ισχύοντα εκλογικό νόμο, αντιστοιχεί μόνον σε 139 έδρες, ενώ η αντίστοιχη του ΠΑΣΟΚ (30,5%), σε μόλις 82. Από την άλλη πλευρά, αυτή η διεύρυνση της πολιτικής υπεροχής της ΝΔ, παρά τη (σημαντική) μετεκλογική συρρίκνωση της επιρροής της (-5%), της επιτρέπει ακόμη να διατηρεί την πρωτοβουλία των κινήσεων. Κυρίως, όμως μια (μονομερή) «εκβιαστική δυνατότητα», ως κυρίαρχο κόμμα, να θέσει το «δίλημμα της ακυβερνησίας», σε ενδεχόμενες επαναληπτικές εκλογές, εάν δεν προκύψει αυτοδυναμία.

Η (περιορισμένη) απήχηση των συμμαχικών κυβερνήσεων

Ως προς αυτό το ζήτημα, οι κυρίαρχες προτιμήσεις του εκλογικού σώματος παραμένουν τρεις (διάγραμμα 4): επανάληψη των εκλογών (26%), οικουμενική κυβέρνηση (19%) και κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ (18%). Τα εν λόγω ευρήματα του Βαρόμετρου αποκτούν ιδιαίτερη σημασία: 1) Είναι προφανές, ότι λύση «γερμανικού τύπου», δηλαδή συνεργασία των δύο μεγάλων κομμάτων, σήμερα δεν διαθέτει την υποστήριξη της κοινής γνώμης. Μόνον 9% των ερωτηθέντων (έναντι 10% τον προηγούμενο μήνα) τάσσεται υπέρ αυτής της προοπτικής. 2) Η προοπτική συμμαχικής κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ συγκεντρώνει σήμερα λιγότερες προτιμήσεις (18%, έναντι 21% προηγουμένως), κυρίως λόγω της εντεινόμενης περιχάρακωσης των νέων ψηφοφόρων που προσελκύει ο ΣΥΡΙΖΑ. 3) Αντιθέτως, στο εκλογικό σώμα φαίνεται να κερδίζει σημαντικά έδαφος η προοπτική επανάληψης των εκλογών (26%, έναντι 20% τον περασμένο Μάρτιο, διάγραμμα 4).
Η σημερινή κρίση του κομματικού συστήματος δεν συνιστά επικοινωνιακό τρυκ, ούτε εφεύρημα των δημοσκοπήσεων. Αποτελεί μια απτή πολιτική πραγματικότητα, χωρίς βεβαίως η προηγούμενη διαπίστωση να μπορεί να προδικάσει τη διάρκειά της, και, κυρίως, την τελική της έκβαση. Υπενθυμίζεται, ωστόσο, ότι η προηγούμενη περίοδος κλυδωνισμών του ελληνικού μεταπολιτευτικού δικομματισμού, που γνωρίζουμε (κατά τη δεκαετία του ’90), διήρκησε περίπου έξι χρόνια. Μιλώντας, σχηματικά, από τις ευρωεκλογές του 1994, έως τις Βουλευτικές εκλογές του 2000, όπου η επιρροή των δύο μεγάλων κομμάτων επανασταθεροποιήθηκε.

Η μάχη για την Αντιπολίτευση

Χωρίς αμφιβολία, το στοιχείο που έχει «μπλοκάρει» τη λειτουργία του δικομματικού συστήματος είναι η εντεινόμενη αδυναμία του ΠΑΣΟΚ να εμφανιστεί ως εναλλακτική λύση διακυβέρνησης. Αντιθέτως, ο ΣΥΡΙΖΑ τείνει να αναγορευτεί, de facto, σε κόμμα της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Από αυτήν την άποψη, είναι εντυπωσιακό το γεγονός ότι 4 στους 10 πολίτες (37%) θεωρούν σήμερα το ΣΥΡΙΖΑ ως το κατεξοχήν κόμμα της Αντιπολίτευσης και όχι το ΠΑΣΟΚ (διάγραμμα 5). Μάλιστα, το ΠΑΣΟΚ συγκεντρώνει στη σχετική ερώτηση ποσοστό μόλις 11% (!), και κατατάσσεται τελευταίο στη σειρά, μετά από το ΛΑΟΣ (13%) αλλά και το ΚΚΕ (12%). Ακόμη και οι εναπομείναντες σημερινοί ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ, δείχνουν να εκτιμούν περισσότερο την αντιπολιτευτική ικανότητα του ΣΥΡΙΖΑ (38%), παρά την αντίστοιχη του δικού τους κόμματος (23% – διάγραμμα 6).

Τα διαγράμματα του άρθρου:

image43.jpg image44.jpg image38.jpg image30.jpg image33.jpg image34.jpg

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (13/04/2008)

Το σχετικό Βαρόμετρο