Η δυναμική της νέας εκλογικής αναμέτρησης

Ανάλυση
του ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ

Η επερχόμενη εκλογική αναμέτρηση θα χαρακτηρισθεί χωρίς αμφιβολία από το στοιχείο της πόλωσης, με τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΝΔ να αναδεικνύονται στους  κεντρικούς πρωταγωνιστές της.  Ο πρωτοφανής κατακερματισμός της ψήφου που καταγράφηκε στην ψήφο της 6ης Μαΐου, θα παραχωρήσει τη θέση του σε ένα περισσότερο συγκεντροποιημένο κομματικό σκηνικό. Αυτό θα συμβεί κυρίως εις βάρος εκείνου του τμήματος του εκλογικού σώματος (19%), το οποίο επιλέγοντας την πολυχρωμία των μικρών νεοπαγών κομματικών σχηματισμών παρέμεινε -χάρις στην απολύτως αντιδημοκρατική και στρεβλωτική λειτουργία του εκλογικού νόμου- χωρίς πολιτική εκπροσώπηση. Η μετάβαση όμως από τον μεταπολιτευτικό δικομματισμό στο νέο διπολισμό, που αναδύεται στη βάση της διαιρετικής τομής του μνημονίου, δεν είναι βέβαιο ότι θα ολοκληρωθεί με την επόμενη Βουλή.

Η άνοδος της Αριστεράς

Το εκλογικό αποτέλεσμα της 6ης Μαΐου κατέγραψε με σαφήνεια τις αντιμνημονιακές διαθέσεις του εκλογικού σώματος. Το πολιτικό κενό που έχει δημιουργηθεί  τείνει -για  πρώτη φορά μετά τον πόλεμο- να καλυφθεί από την αριστερά. Η δυναμική του εκλογικού αποτελέσματος της 6ης Μαΐου εκδηλώνεται ήδη με σφοδρότητα.  Η εκλογική επιτυχία του ΣΥΡΙΖΑ έχει πυροδοτήσει μετεκλογικά ένα νέο εκλογικό ρεύμα υπέρ του. Το εν λόγω ρεύμα είναι πολλαπλάσιας εμβέλειας από το αντίστοιχο προεκλογικό και έχει οδηγήσει -μέχρι στιγμής- σε περαιτέρω αλματώδη αύξηση της επιρροής του (28%, +11% σε σύγκριση με το πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσμα). Αυτή, συντελείται κυρίως εις βάρος του ΚΚΕ, των μικρότερων αριστερών σχηματισμών , αλλά και -σε σημαντικό βαθμό- εις βάρος της συντηρητικής μερίδας των αντιμνημονιακών ψηφοφόρων που ακολούθησαν σε πρώτη φάση τον κ.Καμμένο. Θα πρέπει να σημειωθεί, ότι η σύγκλιση των επιμέρους πολιτικών δυνάμεων εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ και ο μετωπικός χαρακτήρας που λαμβάνει η αντιπαράθεση, μάλλον τείνει να διευκολύνει και να ενισχύσει παρόμοιες «διαπαραταξιακές» διαρροές. Η ραγδαία αύξηση της εκλογικής επιρροής του τείνει να επιλύσει την υφέρπουσα κρίση εκπροσώπησης υπέρ του, κατά τρόπο αντίστοιχο με εκείνον που συντελέσθηκε στην πρώιμη περίοδο 1974-1977, τότε υπέρ του ΠΑΣΟΚ. Παράλληλα με την εκλογική τάση εξελίσσεται και ένας διπλός οργανωτικός μετασχηματισμός της συγκεκριμένης κομματικής οντότητας. Αφενός, από «τα πάνω», δηλαδή στο επίπεδο του ηγετικού κομματικού στρώματος, συντελείται η ενοποίηση των επιμέρους ομαδοποιήσεων και ρευμάτων, για να εξασφαλισθεί το ευεργέτημα των 50 εδρών που παρέχει ο εκλογικός νόμος. Αφετέρου, «από τα κάτω», με την ενεργό συμμετοχή ψηφοφόρων και οπαδών, που ορισμένες φορές τείνει να θυμίζει 1974.

Αντισυσπείρωση

Η συντηρητική παράταξη αναδύθηκε από την κάλπη πολλαπλά κατακερματισμένη ενώ το ποσοστό της είναι το χαμηλότερο που έλαβε κόμμα της δεξιάς μετεμφυλιακά. Οι δομικές της αδυναμίες παραμένουν και καθιστούν δυσχερή τον στόχο της εκλογικής νίκης. Ωστόσο, η άνοδος της Αριστεράς δημιουργεί αντισυσπείρωση και η ΝΔ αναγορεύεται εκ των πραγμάτων στον κορμό του αντίπαλου πόλου. Ήδη, στην πρώτη μετεκλογική μέτρηση του Πολιτικού Βαρόμετρου, καταφέρει να αυξήσει την επιρροή της κατά 5 εκατοστιαίες μονάδες (24%), επαναπατρίζοντας ένα ποσοστό δυσαρεστημένων συντηρητικών ψηφοφόρων που στην πρώτη αναμέτρηση επέλεξαν τους Ανεξάρτητους Έλληνες, την άκρα δεξιά, ή μικρότερα σχήματα του φιλελεύθερου χώρου. Ως προς αυτό το σημείο, θα πρέπει να επισημανθεί ότι οι προσχωρήσεις κορυφής ενδεχομένως δεν θα προσθέσουν κάτι περισσότερο, από αυτό το οποίο έχει ήδη συντελεσθεί στο επίπεδο του εκλογικού σώματος.

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (20/5/2012)
Το σχετικό Βαρόμετρο της Public Issue
English Version