Αποχή και Ευρωεκλογές: ψήφος διαμαρτυρίας, ή και έξοδος από το εκλογικό σώμα;

Ανάλυση του

ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ

Γιατί η αποχή είναι μεγαλύτερη στις Ευρωεκλογές

Οι πρώτες άμεσες εκλογές για την ανάδειξη του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου πραγματοποιήθηκαν πριν από 30 χρόνια, το 1979 (στην Ελλάδα το 1981). Ήδη από την απαρχή του εγχειρήματος, οι Ευρωεκλογές θεωρήθηκαν από τους πολιτικούς επιστήμονες, ως εκλογές β’ τάξης (second order elections). Οι Ευρωεκλογές δεν υπήρξαν ποτέ εκλογές για την Ευρώπη. Η σημασία τους, εάν είχαν κάποια, έπρεπε να αναζητηθεί, σχεδόν εξ ολοκλήρου, στο εκάστοτε εγχώριο πολιτικό περιβάλλον μέσα στο οποίο πραγματοποιούνταν. Δεδομένου ότι σε παρόμοιες εκλογές δεν διακυβεύεται τίποτε, η έλλειψη πληροφόρησης είναι γενική, και το κίνητρο για συμμετοχή ουσιαστικά ανύπαρκτο, οι πολίτες, από την πλευρά τους, τις αντιμετωπίζουν ως άσχετες με τα δικά τους προβλήματα και ανησυχίες.
Διόλου τυχαία, κατά συνέπεια, η συμμετοχή σε αυτόν τον τύπο των εκλογών υπήρξε τις περισσότερες φορές σημαντικά μικρότερη από την αντίστοιχη στις εθνικές εκλογές, ενώ το ενδιαφέρον των πολιτών για αυτές και η εμπλοκή τους στην προεκλογική εκστρατεία ήταν κατά κανόνα περιορισμένη. Τα διαθέσιμα στοιχεία αποδεικνύουν ότι σε όλες τις Ευρωεκλογές από το 1979, ο μέσος όρος της συμμετοχής, στο σύνολο των χωρών-μελών κυμάνθηκε, πάντοτε, σε αισθητά χαμηλότερα επίπεδα, περίπου 15%-20% κάτω από τον αντίστοιχο μέσο όρο των εθνικών εκλογών, ενώ τον Ιούνιο του 2004, η κάμψη της συμμετοχής ξεπέρασε κάθε όριο. (Μεταξύ των χωρών παρατηρούνται σημαντικές διαφοροποιήσεις). Στις τελευταίες (και μαζικότερες) Ευρωεκλογές της διευρυμένης ΕΕ των 25 χωρών-μελών, η πανευρωπαϊκή συμμετοχή κατεγράφη στο χαμηλότερο ιστορικά ποσοστό της, 47.8% (κατ’ άλλους υπολογισμούς 45.7%), σχεδόν 25% κάτω από το ποσοστό συμμετοχής στις χρονικά πλησιέστερες εθνικές εκλογές των χωρών-μελών (72.5%). Στις μεγαλύτερες ελεύθερες εκλογές που έγιναν ποτέ στην Ευρώπη, από ένα εκλογικό σώμα πολυπληθύστερο των 340 εκατομμυρίων πολιτών, περισσότεροι από 186 εκατομμύρια δεν ψήφισαν.

Η πολιτική σημασία της αποχής των ελληνικών Ευρωεκλογών του 2004

Εκτός από τα δομικά χαρακτηριστικά των Ευρωεκλογών, είναι γνωστό, ότι το μέγεθος της αποχής και η σημασία κάθε ευρωεκλογικής αναμέτρησης επηρεάζεται, καθοριστικά, από το χρόνο διεξαγωγής της και τη θέση που κατέχει μέσα στον εθνικό εκλογικό κύκλο. Στην Ελλάδα, οι προηγούμενες παρατηρήσεις ισχύουν περισσότερο ευδιάκριτα από τη δεκαετία του ’90 (Ε1994, Ε1999, βλέπε σχετικό διάγραμμα). Οι τελευταίες Ευρωεκλογές, πραγματοποιήθηκαν μόλις 3 μήνες μετά από κρίσιμες Βουλευτικές εκλογές (Μάρτιος 2004). Αν και ο χρόνος διεξαγωγής τους «δικαιολογεί», εν μέρει, το ρεκόρ της αποχής, δεν παύει να αποτελεί καθοριστική εξέλιξη. Πρόκειται για μεγάλης έκτασης κοινωνική νομιμοποίηση της αποχής. Η μειωμένη συμμετοχή των Ευρωεκλογών, σε σύγκριση με τις Βουλευτικές (-13.7%) παρότι αρκετά μικρότερη από τον πανευρωπαϊκό μέσο όρο μείωσης (-24.7%), υπήρξε πρωτοφανής για τα ελληνικά δεδομένα, όχι μόνον της μεταπολιτευτικής, αλλά και της προδικτατορικής περιόδου: περίπου 1.313.000 ψηφοφόροι που συμμετείχαν στις Βουλευτικές, απείχαν στις Ευρωεκλογές (1 στους 6 Έλληνες πολίτες).

Οι συνέπειες αυτής της τάσης έγιναν ορατές και στις τελευταίες εθνικές εκλογές (Σεπτέμβριος 2007), κάτι που διέλαθε της προσοχής των περισσότερων αναλυτών. Η μείωση της συμμετοχής, κατά 219.000 ψηφοφόρους, σε σχέση με το 2004, δεν οφείλεται σε δημογραφικούς παράγοντες. Αντιστοιχεί στο 2,9% του εκλογικού σώματος (του 2004) και είναι σημαντική (διάγραμμα).

Οι πρώτες ενδείξεις

Το 2004, η αποχή στις Ευρωεκλογές έπληξε περισσότερο το ΠΑΣΟΚ, λόγω του σοκ της ήττας που υπέστη. Σε 2 ψηφοφόρους της ΝΔ που απείχαν, αντιστοιχούσαν 3 ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ. Σήμερα, φαίνεται αρκετά πιθανό, να συμβεί το αντίθετο, εις βάρος της ΝΔ. Οι πρώτες ενδείξεις από το προεκλογικό Βαρόμετρο του ΣΚΑΪ και της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ, επιβεβαιώνουν την υπόθεση, ότι η αποχή στις επερχόμενες Ευρωεκλογές θα είναι αυξημένη, τουλάχιστον, σε σύγκριση με τις τελευταίες βουλευτικές εκλογές, που διεξήχθησαν 21 μήνες πριν (Σεπτέμβριος 2007). Το ενδιαφέρον για τις Ευρωεκλογές είναι σήμερα (25 ημέρες πριν τις εκλογές) ακόμη χαμηλότερο από ό,τι ήταν στην αντίστοιχη περίοδο του 2004 (39%, έναντι 56%), ενώ πάλι σε σύγκριση με το 2004, το ποσοστό πρόθεσης αποχής είναι -αυτή τη στιγμή- διπλάσιο, (19%, έναντι 10% το 2004). Το πλέον εντυπωσιακό εύρημα της έρευνας είναι ότι πρόκειται για «νέα αποχή»: Από τους πολίτες που σκέπτονται να μην προσέλθουν στην κάλπη, οι 6 στους 10 (62%), δηλώνουν ότι σκέπτονται να το πράξουν για πρώτη φορά.

Στη δεκαετία του ’90, η ψήφος διαμαρτυρίας των πολιτών κατευθύνθηκε είτε προς τα νεοπαγή κόμματα (ΠΟΛΑΝ, ΔΗΚΚΙ), είτε προς τα «λοιπά» κόμματα της «ανεπίσημης» πολιτικής σκηνής. Τούτο ίσχυσε ιδίως στις Ευρωεκλογές του 1994, μια εκλογική αναμέτρηση που παρουσιάζει σημαντικές ομοιότητες με τις επικείμενες. Εφεξής, πέραν αυτών των επιλογών, η στάση της αποχής, θα συγκαταλέγεται, «αποενοχοποιημένα», στις δυνητικές επιλογές ψήφου και των Ελλήνων εκλογέων. Η επιλογή της αποχής, ως στάση αποδοκιμασίας, είτε της ευρωπαϊκής διαδικασίας, είτε των κομμάτων διακυβέρνησης (είτε και των δύο), φαινόμενο, που για αρκετές ευρωπαϊκές χώρες αποτελεί παγιωμένη μορφή εκλογικής συμπεριφοράς εδώ και δεκαετίες, συνιστά επίσης πολιτική στάση, την οποία το 2004 επέλεξε και στην Ελλάδα μια σημαντική μερίδα του ενεργού εκλογικού σώματος. Τα κόμματα της διακυβέρνησης και της Αριστεράς (περισσότερο ο ΣΥΡΙΖΑ) θα πρέπει να συμβιβαστούν με την ιδέα, ότι η κοινωνική συμμετοχή στην εκλογική διαδικασία δεν θα πρέπει πλέον να θεωρείται δεδομένη. Από την αποχή, όμως, πλήττονται και οι «μικροί». Ακόμη και οι σχηματισμοί της διαμαρτυρίας (πχ. Οικολόγοι, ΛΑΟΣ),
Δεν μπορούν να επαναπαύονται στη δημοσκοπική τους επιρροή.

Το διάγραμμα του άρθρου:

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (17/05/2009), με τίτλο “Το μήνυμα της αποχής στις φετινές ευρωεκλογές”

Το σχετικό προεκλογικό Βαρόμετρο