Το εκλογικό εκκρεμές. Το «ενδιάμεσο» εκλογικό σώμα, 1996-2008, και η επερχόμενη αναμέτρηση

Ανάλυση του

ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ

Στην τελευταία 12ετία έχουν διεξαχθεί συνολικά στην Ελλάδα τέσσερις βουλευτικές εκλογικές αναμετρήσεις (1996, 2000, 2004, 2007). Μόνον οι εκλογές του 2004 προκηρύχθηκαν κανονικά, μετά από μια ολοκληρωμένη κυβερνητική θητεία 48 μηνών. Οι υπόλοιπες τρεις από αυτές (1996 & 2000- ΠΑΣΟΚ, 2007-ΝΔ) ήταν σχετικά πρόωρες και προκηρύχθηκαν, αντιστοίχως, σε 36, 44 και 43 μήνες. Δύο από αυτές τις εκλογές κέρδισε το ΠΑΣΟΚ και δύο η ΝΔ. Στην ίδια περίοδο, η διακυβέρνηση Σημίτη διήρκησε 80 μήνες (και συνολικά του ΠΑΣΟΚ από το 1996, 128 μήνες), ενώ η διακυβέρνηση της ΝΔ από το 2004, έως σήμερα 55 μήνες.

Το σημερινό εκλογικό σώμα

Με βάση τους ψηφίσαντες κατά την τελευταία 12ετία, η συμμετοχή στις εκλογές παρουσίασε σημαντικές διακυμάνσεις: από 6.982.000 ψηφοφόρους το 1996, αυξήθηκε σε 7.027.000 το 2000, εκτοξεύθηκε σε 7.575.000 το 2004 και μειώθηκε σε 7.356.000, στις τελευταίες του 2007. Για τις ανάγκες του παρόντος άρθρου, μένουμε μόνον στο εξής: Η μείωση της συμμετοχής σε σχέση με το 2004, κατά 219.000, δεν οφείλεται σε δημογραφικούς παράγοντες. Αντιστοιχεί στο 2,9% του εκλογικού σώματος (του 2004) και είναι σημαντική, αν αναλογιστεί κανείς ότι η σημερινή διαφορά μεταξύ των δύο κομμάτων, εκτιμάται από 1% έως 2%. Από τα διαθέσιμα στοιχεία του μηνιαίου Πολιτικού Βαρόμετρου (ΠΒ) της Public Issue (Σεπτέμβριος-Οκτώβριος 2008), το 88%, δηλαδή η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών που διαθέτουν το εκλογικό δικαίωμα και συμμετέχουν σήμερα στο εκλογικό σώμα, έχει γεννηθεί πριν από το 1978, επομένως, είχε ενταχθεί στο εκλογικό σώμα, μέχρι και το 1996. Κατά συνέπεια, είχε τη δυνατότητα να ψηφίσει και στις 4 τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις. Το υπόλοιπο 11% έχει γεννηθεί από το 1979 και ύστερα, εντάχθηκε στο εκλογικό σώμα αργότερα από το 1996 και έχει ψηφίσει, έκτοτε, από 1 έως 3 φορές. Περίπου 1% του σημερινού εκλογικού σώματος έχει αποκτήσει το εκλογικό δικαίωμα, μετά τις τελευταίες εκλογές του 2007, και δεν έχει ψηφίσει ακόμα.

Το «σταθερό» τμήμα του εκλογικού σώματος

Τα δειγματοληπτικά δεδομένα, που διατίθενται από το ΠΒ, αν προβληθούν στον εκλογικό πληθυσμό, μας οδηγούν σε ορισμένες ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες διαπιστώσεις, ενόψει της επερχόμενης εκλογικής αναμέτρησης, που αποτυπώνονται στο Σχήμα 1. (Ως βάση για τους υπολογισμούς που ακολουθούν, λαμβάνεται ο αριθμός των ψηφισάντων στις τελευταίες Βουλευτικές εκλογές του 2007, 7.356.000 άτομα ). Όπως γίνεται φανερό: Πρώτον, το 62% του σημερινού εκλογικού σώματος (4.600.000 πολίτες), σχεδόν τα 2/3, μοιράζεται μόνο ανάμεσα στα δύο κόμματα της διακυβέρνησης: το 30%, δηλαδή περίπου 2.207.000 άτομα έχει ψηφίσει μόνον τη Νέα Δημοκρατία (από 1 έως 4 φορές) και το 32%, δηλαδή περίπου 2.354.000 άτομα, μόνον το ΠΑΣΟΚ. Πρόκειται για τους «σταθερούς ψηφοφόρους», εκείνο δηλαδή το τμήμα του εκλογικού σώματος, στο οποίο οι κομματικές ταυτίσεις παραμένουν ισχυρές. Αυτοί οι εκλογείς, κατά κανόνα, ψηφίζουν με σχετική συνέπεια το ίδιο (μεγάλο) κόμμα και αποτελούν την κοινωνική βάση του δικομματισμού. Ας σημειωθεί, παρενθετικά, ότι η διαφορά 2%, που εμφανίζεται μεταξύ των «πυρήνων» των δύο κομμάτων, υπολογισμένη σε ψήφους, ανέρχεται μόλις σε 147.000. Δεύτερον, το 15% (1.103.000 άτομα) δεν έχουν ψηφίσει στις 4 τελευταίες βουλευτικές εκλογές, ούτε το ΠΑΣΟΚ, ούτε τη ΝΔ. Πρόκειται, κατά βάση, για τους ψηφοφόρους της Αριστεράς (ΚΚΕ και ΣΥΝ) και, επιπλέον, για τους οπαδούς των αντιεκλογικών πρακτικών (λευκού, άκυρου, αποχής).

Το «ταλαντευόμενο» τμήμα του εκλογικού σώματος

Το υπόλοιπο 23% του σημερινού εκλογικού σώματος (σχεδόν ο 1 στους 4 ψηφοφόρους που συμμετέχουν στις εκλογές), όπως διαφαίνεται στο σχήμα 1, ποσοστό που αντιστοιχεί περίπου σε 1.700.000 άτομα, δηλώνει ότι έχει ψηφίσει την τελευταία 12ετία, τουλάχιστον από μια φορά, και τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Εάν οι υποθέσεις της ανάλυσης είναι σωστές, τότε κατά την τελευταία 12ετία ένα ποσοτικά διόλου ευκαταφρόνητο τμήμα του ελληνικού εκλογικού σώματος μετακινήθηκε ως «εκκρεμές», μεταξύ των δύο κυβερνητικών επιλογών. Πρόκειται αναμφίβολα για κοινωνική κίνηση που υποδηλώνει μεγάλη ρευστότητα ψήφου και ταυτοχρόνως επιβεβαιώνει τη θεωρητική θέση ότι την τελευταία δεκαετία υπάρχει μεγαλύτερη σύγκλιση των μεγάλων κομμάτων της διακυβέρνησης. Επιπλέον, η περαιτέρω ανάλυση της σημερινής σύνθεσης του εκλογικού ακροατηρίου των δύο κομμάτων διακυβέρνησης (Σχήμα 2) δείχνει ότι συγκεντρώνουν σήμερα στους κόλπους της εκλογικής τους βάσης, σχεδόν το ίδιο ποσοστό «ενδιάμεσων» εκλογέων: Το 23% των σημερινών ψηφοφόρων (με βάση τη δήλωση πρόθεσης ψήφου) της ΝΔ έχει ψηφίσει στο πρόσφατο παρελθόν και το ΠΑΣΟΚ, πιθανότατα το 2000, ή και το 1996. Αλλά και το 21% των σημερινών ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, έχει ψηφίσει στο παρελθόν, πιθανότατα το 2007, ή και το 2004 και τη ΝΔ (σχήμα 2). Ποια είναι τα κοινωνικά και πολιτικά χαρακτηριστικά αυτής της κρίσιμης εκλογικής κατηγορίας, που κρίνει κάθε εκλογική αναμέτρηση, άρα και τη επόμενη; Ποια είναι τα κριτήρια της ψήφου της; Τι θα «μαγνητίσει» το εκλογικό εκκρεμές; Και βεβαίως, πως κερδίζεται εκλογικά αυτός ο «ενδιάμεσος» χώρος; Τα προηγούμενα συνιστούν κομβικά ερωτήματα, η απάντηση στα οποία θα επιχειρηθεί σε επόμενο άρθρο.

Τα διαγράμματα του άρθρου:

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (26/10/2008), με τίτλο: “Το εκλογικό εκκρεμές και η επερχόμενη αναμέτρηση”