Βαρόμετρο, Οκτώβριος 2008: Οι εικοσιπέντε ημέρες που συγκλόνισαν τη Νέα Δημοκρατία

Ανάλυση του

ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ

Σημαντικές μεταβολές καταγράφονται στο πολιτικό Βαρόμετρο Οκτωβρίου της Public Issue, που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ και του ΣΚΑΪ

Ο Σεπτέμβριος του 2008 μπορεί να αποδειχθεί σημείο καμπής στην πολιτική σκηνή της χώρας. Η συνάρθρωση των επιπτώσεων της οικονομικής κρίσης, με τα φαινόμενα πολιτικής δυσαρέσκειας που προκάλεσε η διακυβέρνηση της ΝΔ έχουν ανατρέψει τον μέχρι σήμερα παγιωμένο συσχετισμό δυνάμεων.

Η ανάκαμψη του ΠΑΣΟΚ είναι εντυπωσιακή. Με βάση τη μηνιαία εκτίμηση της Public Issue, για την εκλογική επιρροή των κομμάτων, μέσα σε ένα μήνα έχει κερδίσει 3,5% (36%), ανατρέποντας για, πρώτη φορά στην 5ετία 2004-2008, το προβάδισμα, αλλά και την ευδιάκριτη κυριαρχία της ΝΔ. Πρόκειται, κατά βάση, για ενδοπαραταξιακή (μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ) και όχι διαπαραταξιακή (μεταξύ ΝΔ και ΠΑΣΟΚ) μετατόπιση, που προκαλείται από τη σχεδόν ισόποση αποδυνάμωση του ΣΥΡΙΖΑ (-3%, 12,5% – διάγραμμα 1).
Παράλληλα, η καθοδική τάση στην εκλογική επιρροή της ΝΔ, που συνεχίσθηκε αδιάλειπτα από την επαύριο των τελευταίων βουλευτικών εκλογών, δείχνει να ανακόπτεται, ή και πιθανώς να τερματίζεται. Ενώ συνολικά, μέσα σε ένα έτος (Σεπτέμβριος 2007- Σεπτέμβριος 2008), οι εκλογικές απώλειες του κυβερνώντος κόμματος υπήρξαν σοβαρές (-8%, από τις τελευταίες εκλογές της 16ης Σεπτεμβρίου 2007), σε σύγκριση με τον προηγούμενο μήνα, η ΝΔ εμφανίζει οριακή άνοδο (+1%, 35%).
Η σχεδόν απόλυτη σύγκλιση της εκλογικής επιρροής των δύο κομμάτων διακυβέρνησης, είναι πρωτοφανής στα δημοσκοπικά χρονικά και αποτυπώνεται, ευκρινώς, στους περισσότερους δείκτες του πολιτικού Βαρόμετρου (διάγραμμα 2). Καθιστά δε, την προσεχή εκλογική αναμέτρηση κυριολεκτικά εφιαλτική για τους δημοσκόπους. Πρόκειται, αναμφίβολα, για μερική ανάκαμψη του δικομματισμού, χωρίς ωστόσο, η συγκεκριμένη τάση να μπορεί να θεωρηθεί -αυτή τη στιγμή- και σαφής ένδειξη, για την περαιτέρω κατεύθυνση του φαινομένου. Η εικόνα είναι πιθανότερο να ξεκαθαρίσει μόνον ύστερα από τις επερχόμενες εκλογικές αναμετρήσεις.
Τουλάχιστον τέσσερις λόγοι μπορούν να χρησιμεύσουν στην ερμηνεία αυτής της ανάκαμψης:

  1. Η επαναφορά της πιθανότητας των εκλογών και η έντονη φημολογία που προηγήθηκε, έχει επηρεάσει το εκλογικό σώμα. Η πρόωρη προσφυγή στις κάλπες προεξοφλείται, παρότι ως επιλογή παραμένει αντιπαθής στο εκλογικό σώμα. Όπως συμβαίνει σε αντίστοιχες περιπτώσεις, οι κομματικές ταυτίσεις ενεργοποιούνται και η συσπείρωση των δύο μεγάλων κομμάτων -φυσιολογικά- αυξάνεται.
  2. Η σμίκρυνση της διαφοράς μεταξύ των δύο κομμάτων («της ψαλίδας») που καταγράφεται, δεν οφείλεται στην προσφιλή τακτική των Μέσων Ενημέρωσης για αύξηση του ενδιαφέροντος των πολιτών για τις εκλογές (horse racing). Για πρώτη φορά από το 2001, είναι πραγματική και όχι τεχνητή (=προπαγανδιστική).
  3. Η σοβαρότητα της οικονομικής κρίσης που διανύουμε και η αδυναμία των κομμάτων της Αριστεράς, (ή της άκρας Δεξιάς) να υποδείξουν μια εναλλακτική λύση (πέραν της διαχειριστικής), μπορεί να επανεγκλωβίζει ένα τμήμα του εκλογικού σώματος, στα υπάρχοντα, φθαρμένα και αποδοκιμασθέντα πολιτικά σχήματα.
  4. Από την άλλη πλευρά, η επαναφορά της συζήτησης για το ρόλο του κράτους και την παρέμβασή του στην οικονομία, φαίνεται να προκαλεί μια νέα (ή αναβιώνει μια πολύ παλιά) ιδεολογική πόλωση. Δεν είναι τυχαίο, ότι η ανάκαμψη των Δημοκρατικών στις ΗΠΑ, ήρθε ως αποτέλεσμα της απόρριψης της «κεντρομόλου μετριοπάθειας» (κληρονομιά της εποχής Κλίντον) και της αναζήτησης νέας ιδεολογικής ταυτότητας στην αντίθετη κατεύθυνση.

Η τελική έκβαση

Στην τελική έκβαση του κομματικού ανταγωνισμού που θα προκύψει, η ικανότητα διαχείρισης της οικονομικής κρίσης θα αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα. Και ως προς αυτήν την κρίσιμη παράμετρο, οι προτιμήσεις του εκλογικού σώματος δεν έχουν ακόμη κριθεί (διάγραμμα 3).
Για να εξασφαλίσει η ΝΔ τη μερική ανάκαμψη της εκλογικής της επιρροής και να επανακτήσει την πρώτη θέση στις πρώτες επερχόμενες εκλογές, θα πρέπει να καταπραϋνει το «θυμωμένο» -ακόμα – τμήμα της εκλογικής της βάσης. Είναι χαρακτηριστικό, ότι στη μέτρηση του Οκτωβρίου, η πρόθεση ψήφου σε «λευκό και άκυρο» ανέρχεται σε 11% του δείγματος. Εξ αυτής, το 30%, ποσοστό που αντιστοιχεί περίπου σε 3 μονάδες του εκλογικού σώματος αποτελείται από ψηφοφόρους της.
Από την άλλη πλευρά, εάν θα υπάρξει περαιτέρω συνέχιση, ή τερματισμός της ανοδικής τάσης του ΠΑΣΟΚ δεν είναι σήμερα γνωστό. Το ΠΑΣΟΚ, στο επίπεδο τα εκλογικής του βάσης, διαθέτει μια εκλογική δεξαμενή (πιθανώς μεταξύ 2%-4% του εκλογικού σώματος), λόγω της ιστορικά διαμορφωμένης σχέσης συγκοινωνούντων δοχείων με το ΣΥΡΙΖΑ. Εάν διατηρήσει τη θέση του, ως πρώτο κόμμα, η δυνατότητά του, να θέσει το δικό του εκβιαστικό δίλημμα, συμπιέζοντας περαιτέρω το ΣΥΡΙΖΑ είναι πιθανόν να αυξηθεί.
Παρά την βαθύτατη κρίση της πολιτικής, η ελληνική κοινή γνώμη εξακολουθεί ακόμη να αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στις εκλογές, όπως και στην ψήφο (το εκλογικό δικαίωμα). Η αυξημένη σημασία των εκλογών στην Ελλάδα, και η ιστορική εδραίωση της κοινοβουλευτικής ιδεολογίας αποτελούν στοιχείο της πολιτικής κουλτούρας του κοινωνικού σχηματισμού. Η προηγούμενη διαπίστωση εξηγεί γιατί στην Ελλάδα, η κοινωνική δυσαρέσκεια από τη διακυβέρνηση, μπορεί να λαμβάνει ευκολότερα τη μορφή της κοινοβουλευτικής-εκλογικής διεξόδου, με αποδοκιμασία του κυβερνώντος κόμματος, παρά τη μορφή της κοινωνικής κινητοποίησης και των συγκρούσεων, ή της εξόδου από το εκλογικό σώμα (αποχή). Τουλάχιστον μέχρι στιγμής, μπορεί να υποθέσει κανείς, ότι η πιθανότητα να δοθεί παρόμοια διέξοδος και στη σημερινή συγκυρία παραμένει σημαντική.

Τα διαγράμματα του άρθρου:

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ (12/10/2008)

Το σχετικό Βαρόμετρο