Η πολιτική επίδραση του πρόσφατου ανασχηματισμού

Ανάλυση του

ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΥΡΗ

Σπανιότατα οι κυβερνητικοί ανασχηματισμοί, ιδίως εάν δεν σηματοδοτούν αλλαγή πολιτικής, έχουν ασκήσει σημαντική επίδραση στην εικόνα και στην κοινωνική υποστήριξη των ελληνικών μεταπολιτευτικών κυβερνήσεων. Τον κανόνα αυτό φαίνεται να επιβεβαιώνει και ο πρόσφατος. Η γενική εντύπωση των πολιτών, που καταγράφεται, είναι κατά πρώτο λόγο αρνητική (36%), δευτερευόντως αδιάφορη (32%) και μόνον κατά το ¼ (25%) θετική [διάγραμμα 1]. Είναι χαρακτηριστικό, ότι ακόμη και η συσπείρωση των ψηφοφόρων του κυβερνώντος κόμματος στο εν λόγω θέμα δεν υπερβαίνει το 50% (46%) [διάγραμμα 3]. Από τη σύγκριση των τριών τελευταίων ανασχηματισμών του Φεβρουαρίου 2006, Ιανουαρίου 2009 και Σεπτεμβρίου 2010 (για τους οποίους έχουν πραγματοποιηθεί αντίστοιχες έρευνες από την Public Issue για λογαριασμό της Καθημερινής), προκύπτει ότι ο τελευταίος μάλλον έχει τη μικρότερη ευνοϊκή επίδραση [διάγραμμα 2].

Εντούτοις, πιθανότατα διότι η κοινωνική δυσαρέσκεια, ή το γενικό αίτημα «αλλαγής» παραμένει, η πλειοψηφία των πολιτών εκτιμά -εκ των υστέρων- αναγκαία και επιβεβλημένη την οργανωτική αναδιάταξη του κυβερνητικού μηχανισμού. Συγκεκριμένα, το 52% συμφωνεί ότι ο ανασχηματισμός «έπρεπε να γίνει» και μόνον 27% θεωρεί ότι δεν ήταν αναγκαίος [διάγραμμα 4]. Σε αυτό το σημείο, η πρωτοβουλία του πρωθυπουργού φαίνεται να ανταποκρίνεται, σε υψηλότερο βαθμό, στις προσδοκίες των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ (67%) [διάγραμμα 5].

Σχετικά με την επίπτωση του ανασχηματισμού στην απόδοση της κυβερνητικής λειτουργίας, οι πολίτες παραμένουν ιδιαίτερα δύσπιστοι: Σχεδόν 6 στους 10 (58%) πιστεύουν ότι «δεν θα αλλάξει τίποτα» και μόλις 1 στους 4 (27%) ότι «θα γίνει καλύτερη» [διάγραμμα 6]. Ως προς αυτήν την παράμετρο, οι κοινωνικές προσδοκίες για τον παρόντα ανασχηματισμό παραμένουν χαμηλότερες από ό,τι στην περίπτωση των δύο προηγούμενων (2006 και 2009).

Οι νεοεισερχόμενοι και οι παραμένοντες

Ενώ οι γενικές αξιολογικές κρίσεις, καθώς και οι προσδοκίες των πολιτών από τον πρόσφατο ανασχηματισμό παραμένουν εξαιρετικά ισχνές, η αξιολόγηση που προκύπτει για την εικόνα των προσώπων είναι θετικότερη. Ίσως γιατί οι διαθέσιμες «εφεδρείες» είναι πράγματι περιορισμένες, ίσως όμως και γιατί οι κοινωνικές προσδοκίες από τους πολιτικούς και την εν γένει πολιτική έχουν αρχίσει, μετά το Μνημόνιο, να μειώνονται με ταχύτατους ρυθμούς.

Η είσοδος των 3 από τους 5 νεοεισερχόμενους υπουργούς και αναπληρωτές (Σκανδαλίδης, Παπουτσής, Χυτήρης) αξιολογείται θετικά, ενώ για τους υπόλοιπους 2 (Ξυνίδης, Διαμαντίδης) η χαμηλή αναγνωρισιμότητα επικαθόριζει την (επίσης θετική) αποδοχή τους. Σε 8 περιπτώσεις Υπουργών (Βενιζέλος, Χρυσοχοίδης, Γεννηματά, Λοβέρδος, Καστανίδης, Ραγκούσης, Παπακωνσταντίνου, Ρέππας), η παραμονή στην κυβέρνηση αξιολογείται από την κοινή γνώμη ως ιδιαιτέρως ορθή, σε ποσοστά που κυμαίνονται πάνω από 60%. Σε άλλες 7 περιπτώσεις (Διαμαντοπούλου, Κουτρουμάνης, Ξενογιαννακοπούλου, Πεταλωτής, Πάγκαλος, Κατσέλη) η αξιολόγηση της παραμονής παραμένει θετική, σε ποσοστά που κυμαίνονται από 50% έως 59%. Αντιθέτως, μόνον για 5 περιπτώσεις (Μπιρμπίλη, Σηφουνάκης, Δρούτσας, Παμπούκης, Μπεγλίτης) τα ποσοστά θετικής αξιολόγησης υπολείπονται του 50%. Για τους δύο τελευταίους, αλλά και τον νέο ΥΠΕΞ, επίσης η χαμηλή αναγνωρισιμότητα «επισκιάζει» το ευνοϊκό πλεόνασμα αξιολογήσεων [διαγράμματα 7 & 8].

Τέλος, οι περισσότεροι πολίτες συντάσσονται με την εκτίμηση ότι ο πολυσυζητημένος και απολύτως προεξοφλημένος ανασχηματισμός δεν πρόκειται να ενισχύσει περαιτέρω τη θέση του Γ.Παπανδρέου στο ΠΑΣΟΚ. Μόνον το 35% αποδέχεται σήμερα μια παρόμοια εκτίμηση, ενώ τον Ιανουάριο του 2009, με την αποπομπή του κ.Αλογοσκούφη, το αντίστοιχο ποσοστό για την ενίσχυση του Κ.Καραμανλή προσέγγιζε το 50% [διαγράμματα 9 & 10].

Τα διαγράμματα του άρθρου: